Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

Ο κ. Γιούνκερ και ο κ. Γενικός

Του Γιάνη Βαρουφάκη από το protagon.gr

Δύο δηλώσεις, δύο υπενθυμίσεις του πως υποθηκεύεται το μέλλον της Ευρώπης. Η πρώτη ήταν η γνωστή δήλωση του κ. Juncker, του Προέδρου του Eurogroup. Την δεύτερη μου την απηύθυνε δημοσίως ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών, ο καλός συνάδελφος κ. Σπύρος Πλασκοβίτης.

Η πρώτη δήλωση, του κ. Juncker, αναδεικνύει αυτό που χαρακτηρίζει πάνω από όλα την σημερινή Ευρώπη: μια συνομωσία σιωπής η οποία υπονομεύει την αξιοπιστία της πολιτικής και την σχέση Ευρωπαίου πολίτη με την ΕΕ. "Το ήξερα από το 2008",παραδέχθηκε ο κ. Juncker, ότι η Ελλάδα πήγαινε κατ' ευθείαν προς τον γκρεμό αλλά δεν μπορούσα να το πω ανοικτά. Άλλωστε, Γαλλία και Γερμανία έκαναν χρυσές δουλειές πουλώντας στο ελληνικό δημόσιο το οποίο αγόραζε δανειζόμενο.

Προσωπικά θεωρώ τον κ. Juncker ως έναν από τους πιο σώφρονες ιθύνοντες της ΕΕ. Κατά καιρούς, μπροστά στις ανοησίες των υπόλοιπων, οι δηλώσεις του άφηναν κάποια περιθώρια να ελπίζει κανείς ότι είχε καλύτερη σχέση με την πραγματικότητα απ΄ ότι ο κ. Trichet, η κα Merkel, ο κ. Barroso, o κ. Rompuy και οι λοιποί πολιτικοί νάνοι της Ευρώπης μας.

Το πιστεύω λοιπόν ότι εκείνος μπορεί και να είχε προβλέψει την ελληνική καθίζηση (κάτι που δεν χρειαζόταν και φοβερή οξυδέρκεια άλλωστε). Το διττό ερώτημα που όμως προκύπτει είναι το εξής: (α) Και τι έκανε για αυτό; (β) Σήμερα, το 2010, τι γνωρίζει ο κ. Juncker που, και πάλι, δεν "δύναται" να μας πει δημοσίως; Ότι η απάντηση στο (α) είναι "τίποτα" δεν χωρά αμφιβολία. Το παραδέχθηκε ο ίδιος.

Κι ότι στο (β) δεν θα μας απαντήσει κι αυτό σίγουρο είναι. Όταν μάλιστα ο ίδιος κύριος, την ίδια ακριβώς μέρα, δηλώνει με ύφος απόλυτης αυτοπεποίθησης ότι "το πρόβλημα με την Ιρλανδία είναι υπό έλεγχο" και ότι "το πρόγραμμα στήριξης του ελληνικού δημοσίου (σημ. το Μνημόνιο) βρίσκεται σε καλό δρόμο" εμείς το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να χαμογελάμε με νόημα. Καμία άλλη εναλλακτική δεν μας αφήνει ο κυνισμός ενός πολιτικού που την ίδια στιγμή δηλώνει (1) ότι όταν είδε την Κρίση να έρχεται δεν είπε κουβέντα αλλά (2) ότι η Κρίση όπου νάναι θα ξεπεραστεί.

Η δεύτερη δήλωση έγινε στο πλαίσιο μιας συζήτησης σε τηλεοπτικό πάνελ στο οποίο έτυχε να συμμετέχω. Σχεδόν μέχρι το τέλος τίποτα το συγκλονιστικό δεν συνέβη. Οι εκπρόσωποι του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ επιδόθηκαν με τον γνωστό τους ζήλο σε μια ακόμα βαρετή κοκορομαχία. Ο μεν εκπρόσωπος της ΝΔ, ο κ. Χατζιδάκης, πάσχισε να πείσει ότι οι δικοί του δεν ευθύνονται για το παρελθόν, λέγοντας πράγματα για το μέλλον που εμφανώς είναι αδύνατον να πιστεύουν και οι ίδιοι.

Ο δε κ. Μαγκριώτης, υπουργός του ΠΑΣΟΚ, ουσιαστικά ένιψε τας χείρας του για την Κρίση, την ανεργία, την συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης της χώρας λέγοντας, όπως συνηθίζει η κυβερνητική παράταξη από την υπογραφή του Μνημονίου, ότι, ναι, πράγματι, τα πράγματα είναι δυσάρεστα αλλά η επιλογή παραμένει: Είτε το Μνημόνιο είτε η πτώχευση. Τίποτε το νέο, τίποτα το συγκλονιστικό. Μέχρι που κατα το δεύτερο μέρος της εκπομπής, προστέθηκε στο πάνελ ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος έκανε μια πραγματικά συγκλονιστική δήλωση που έχει πολλά να μας διδάξει.


Ο κ. Γενικός ξεκίνησε παραθέτοντας την γνωστή κυβερνητική θέση ότι στη μετά το Μνημόνιο εποχή το μόνο που μπορεί να κάνει η κυβέρνηση είναι να λειτουργήσει ως καλός manager που βάζει τάξη στα λογιστικά βιβλία, που βελτιώνει την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού, που "αναδιαρθρώνει" τον ΟΣΕ και, το σημαντικότερο, που κάνει όσες περικοπές λέει το business plan το οποίο διέπει την καθημερινότητα των υπουργείων. Ποιο business plan; Μα το Μνημόνιο βέβαια.(*)

Στην δική μου τοποθέτηση, στην ίδια εκπομπή, είπα πως καλές και άγιες οι προσπάθειες αύξησης της αποτελεσματικότητας του δημοσίου, του ΟΣΕ κλπ. Ότι, πράγματι, αν το ελληνικό κράτος ήταν επιχείρηση, θα είχε κατεβάσει τα ρολά το 2009. Τι σημαίνει όμως αυτό; Σημαίνει ότι κανένα επιχειρηματικό σχέδιο, κανένα business plan δεν μπορούσε να αποσοβήσει τη στάση πληρωμών. Κι αυτό επειδή όταν έρθει μια Κρίση Χρέους-Ύφεσης όπως η δική μας, σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου (και ιδίως όταν δεν έχει το κράτος την δυνατότητα να υποτιμά το νόμισμά του), μόνο πολιτική μπορεί να είναι η λύτρωση - ούτε επιχειρηματική ούτε τεχνοκρατική (παρόλο που και βέβαια χρειάζεται παράλληλα ένα σωστό management, μια ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, σωστές ρυθμιστικές παρεμβάσεις στον ιδιωτικό κλπ.).

Το Μνημόνιο ήταν ακριβώς αυτό: Μια πολιτική λύση. Μια πολιτική λύση που όμως, όπως έχω γράψει στο protagon κατ' επανάληψη, όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα αλλά (α) το ενισχύει και (β) το καθιστά πρόβλημα όλης της ευρωζώνης.

Μάλιστα, σε μια περίοδο που απαιτείται γενναία πολιτική παρέμβαση (στην κρίση του ευρώ και την κρίση χρέους που ταλανίζει τις ευρωπαϊκές τράπεζες και τα ελλειμματικά κράτη) (βλ. εδώ  για ένα παράδειγμα), το ατύχημά μας είναι ότι τόσο οι δικοί μας πολιτικοί όσο και οι ιθύνοντες της ΕΕ υπεκφεύγουν, ρίχνουν την ασπίδα της πολιτικής ευθύνης, κρύβονται πίσω από το Μνημόνιο (παρόλο που δεν το πιστεύουν ούτε οι συντάκτες του). Κι όταν καθημερινά οι προβλέψεις του Μνημονίου πέφτουν έξω, κυβέρνηση και τρόικα αρνούνται να το παραδεχθούν λέγοντας ότι δεν μπορεί να είναι έτσι από την στιγμή που είχαν προβλέψει ότι... δεν θα είναι έτσι. Σαν τον τζογαδόρο που ρίχνει κι άλλα χρήματα στην ρουλέτα για να ρεφάρει, έτσι κι αυτοί σκαρφίζονται νέα μέτρα! (**)

Όταν λοιπόν ήρθε η σειρά του κ. Γενικού να μου απαντήσει, τον ακούω να λέει το εξής συγκλονιστικό: Το Μνημόνιο που διαπραγματευτήκαμε ήταν το καλύτερο δυνατό σχέδιο εξόδου από την Κρίση. Κι όχι μόνο αυτό αλλά και μόνη της να το σχεδίαζε η κυβέρνηση, χωρίς να της το επιβάλει η τρόικα, κάπως έτσι, μέσες άκρες, έπρεπε να το συντάξουμε. Παρατηρήστε σας παρακαλώ την διαδικασία που οι ψυχολόγοι ορίζουν ως αποβολή της νοητικής δυσαρμονίας (removal of cognitive dissonance) εν δράσει:
• Λες κάτι συνέχεια το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με εκείνο που πιστεύεις.
• Αυτό δημιουργεί μία ψυχολογική, διανοητική δυσαρμονία.
• Υποσυνείδητα είτε σταματάς να λες αυτό που δεν πιστεύεις είτε αρχίζεις να πιστεύεις αυτό που λες.

Εκεί λοιπόν που ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του μας έλεγαν ότι το Μνημόνιο είναι άδικο, σκληρό, ότι πάλεψαν να είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που τελικά μας επεβλήθη, κλπ, κλπ, ο κ. Γενικός σήμερα είπε μπροστά σε χιλιάδες τηλεθεατές ότι το συγκεκριμένο Μνημόνιο άγγιζε το ιδανικό!

Κατανοώ την ψυχολογική ανάγκη των ανθρώπων του υπουργείου οικονομικών να "ισοσκελίσουν" αυτά που λένε με αυτά που πιστεύουν. Όμως απαιτώ από τους πολιτικούς να λένε αυτά που πιστεύουν και όχι να πιστεύουν αυτά που λένε. Εν τέλει, από αυτή τη συνομωσία εναντίον της αλήθειας κανένα καλό δεν θα προκύψει ούτε για την χειμαζόμενη ελληνική οικονομία αλλά ούτε και για την Ευρώπη. Μια Ευρώπη στην οποία η Κρίση σιγοβράζει με τρόπο που απειλεί να συμπαρασύρει την οικουμένη σε ένα παγκόσμιο οικονομικό αλληλοσπαραγμό και σε μια νέα δεκαετία του 1930. Μόνο που, όπως ομολόγησε ο κ. Juncker, κανείς δεν τολμά να το πει.

Κι όπως ανέδειξε ο δικός μας κ. Γενικός, κανείς δεν καταφέρνει να επιλύσει την εσωτερική αντίφαση μεταξύ λόγων και αλήθειας υπέρ της τελευταίας. Κάπου μεταξύ αυτών των δύο αποτυχιών, κάπου μεταξύ του κ. Juncker και του κ. Γενικού, γράφεται το σενάριο της σιωπής, της απομάκρυνσης από την κριτική σκέψη και της υποθήκευσης του μέλλοντος της Ελλάδας, της Ευρώπης και ίσως και του κόσμου όλου.

(*) Δανείζομαι τον όρο αυτόν από τον κ. Δασκαλόπουλο, Πρόεδρο του ΣΕΒ, ο οποίος ακριβώς έτσι χαρακτήρισε το Μνημόνιο: Ως ένα business plan το οποίο η κυβέρνηση πρέπει να ακολουθήσει για να μην πτωχεύσει.

(**) Επειδή πολλά λέγονται και γράφονται για νέα μέτρα εν όψει της αναθεώρησης του ελλείμματος από την Eurostat, επιτρέψτε μου ένα σχόλιο: Μια τέτοια ιδέα αποτελεί προσβολή στην λογική. Υποτίθεται ότι τον περασμένο Μάιο η τρόικα και η κυβέρνηση σχεδίασαν ένα 3ετές πλάνο ελαχιστοποίησης του ελλείμματος - ένα πλάνο να μπει το νυστέρι τόσο βαθειά όσο μπορεί χωρίς να πεθάνει ο ασθενής. Έστω ότι βρίσκουν πως το έλλειμμα είναι μεγαλύτερο.

Γιατί ξάφνου να γίνεται να μπει το νυστέρι ακόμα πιο βαθειά; Τι έγινε; Βρήκαν κι άλλο λίπος; Όχι, νέα τρύπα ανακάλυψαν. Επί τέλους, η μακροοικονομική πολιτική δεν μπορεί άλλο να βασίζεται στην μελέτη του παρελθόντος. Επί τέλους, να βασιστεί σε ρεαλιστικές, ορθολογικές εκτιμήσεις του μέλλοντος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου