Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

TO ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

Του Αναστάσιου Φούντογλου από το greek-publius.blogspot.com 

H όλη συζήτηση που διεξάγεται τον τελευταίο καιρό σχετικά με το τέλος της μεταπολίτευσης του ΄74 και την ανάγκη μιας νέας μεταπολίτευσης αποτελεί στην πραγματικότητα μια θλιβερή αντανάκλαση της περιπαθούς αδυναμίας της εποχής μας-  όπως θα μας έψεγε και ο Καστοριάδης-  να στοχαστεί τον εαυτό της ως κάτι το θετικό, ή και ως απλώς κάτι...
Ζούμε στο μετά μιας επταετούς ανώμαλης πολιτικής κατάστασης ( δικτατορία του 67-74) , προσδοκούμε το νέο μετά μιας εξίσου ανώμαλης πολιτικής πραγματικότητας ( κοινοβουλευτική δημοκρατία 74-2010) και  κανείς δεν είναι σε θέση να  κατονομάσει αυτό το μετά , να το προσδιορίσει και να το εξειδικεύσει, γιατί πολύ απλά το τώρα και το πρίν του πολιτειακού μας  χρόνου  παραμένουν  γαντζωμένα, χρόνια τώρα,  στις ΄΄φαντασιοκοπίες της νομικής  σχολής΄΄ και στα θλιβερά θεωρητικά οικοδομήματα του συνταγματικού σχολαστικισμού.

Και είναι ακριβώς αυτός ο ΄΄εσμός των νομικών΄΄ ,που κατηγορούσε κάποτε ο  ντε Ζουβενέλ για την κατάρρευση του δημοκρατικού πειράματος στη διάρκεια του μεσοπολέμου και την επικράτιση του αυταρχισμού, ο οποίος σήμερα αρκείται στο νομικίστικο λουστράρισμα της πολιτειακής οργάνωσης αφήνοντας ανέπαφο το σκουληκοφαγωμένο κουφάρι της κοινωνίας των πολιτών!

Η μεταπολίτευση του ΄74 δεν έκλεισε τον κύκλο της διότι πολύ απλά δεν υπήρξε ποτέ! Αν δεχτούμε ότι ο όρος πολιτεία παραπέμπει στο συνολικό φαινόμενο της κατά δίκαιο οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης τότε δεν μπορούμε παρα να δεχτούμε  ότι και η πολιτειακή μεταβολή που εμπεριέχεται στον όρο μεταπολίτευση παραπέμπει ουσιαστικά στην αλλαγή του τρόπου οργάνωσης της κοινωνικής συμβίωσης.

Μιας αλλαγής, όμως,  η οποία από το 1833 και εντεύθεν  δεν παρατηρείται σε καμμία μεταπολιτευτική απόπειρα του εγχώριου πολιτικο-κοινωνικού μας συστήματος ,με το πολιτικό εκκρεμές της χώρας να ταλαντεύεται ρυθμικά μεταξύ δυο διακριτών κόσμων και το μείζον πολιτικό διακύβευμα  να έγκειται κάθε φορά στην προσπάθεια των αποκλεισμένων να εισέλθουν και να αλώσουν το σύστημα εξουσίας μετατρέποντας εαυτούς στους νέους εξουσιαστές- δυναστες. Το μόνο που αλλάζει είναι το θεσμικό- πολιτειακό πλαίσιο εντός του οποίου διεξάγεται η παραπάνω σύγκρουση  .

Η  μοναρχία ως πεδίο διεξαγωγής του πολιτικού παιγνίου δίνει τη θέση της στην στρατοκρατική και αυταρχική αντίληψη οργάνωσης του δημόσιου βίου για να αντικατασταθεί και αυτή από την λογική της ελεύθερης αγοράς και των δημοκρατικών διαδικασιών  ως κινητήριων μοχλών  της ίδιας και απαράλλαχτης πολιτικής διαδικασίας!!!

Ουσιαστικά λοιπόν διανύουμε ακόμα την μεταπολίτευση του 1821 , όταν και μεταβήκαμε από τον ασφυκτικό και οπισθοδρομικό οθωμανισμό στον φατριαστικό και πελατειακό νεοελληνισμό  και βιώνουμε την ίδια σκληρή πραγματικότητα με εκείνη που περιέγραφε πρίν από έναν αιώνα περίπου ο Hering: ΄΄ Περίπλοκα γραφειοκρατικά εμπόδια, ξεπερασμένες γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, ο λήθαργος της δημόσιας διοίκησης, προβλήματα η λύση των οποίων αναβαλλόταν διαρκώς και έλλειψη πρωτοβουλιών- αυτή ήταν η εικόνα του κράτους, η οποία για πολλούς επιβεβαιωνόταν κάθε τόσο΄΄.

Ζούμε την ίδια απαξίωση του πολιτικού φαινομένου με εκείνη που οδηγούσε πρίν από χρόνια τους κατοίκους της πρωτευουσας στις αλησμόνητες ΄΄σκηνές του λουφέ΄΄ και στα κάθε είδους στρατιωτικά κινήματα που επιχειρούσαν , κατά τα λεγόμενα των εμπνευστών τους,  να σώσουν τη χώρα από την κακοδιαχείριση και την ανευθυνότητα των αιρετών πολιτικών. Μόνο που τώρα τον ρόλο του λοχία ανέλαβε ο επιχειρηματίας!
Ζούμε όπως και τότε το ΄΄ώδινεν Τρικούπη και έτεκε Δηλιγιάννη΄΄ , το οποίο ως βασικό περιγραφικό μότο της πολιτικής μας πραγματικότητας, αποτυπώνει από καταβολής του κράτους την επαναλαμβανόμενη κακοδαιμονία του πολιτικού μας συστήματος.

Μεγαλόπνοα σχέδια εκσυγχρονισμού, μεγαλόσχημες εξαγγελίες αναπτυξιακών έργων, ειλικρινείς δεσμεύσεις για γενναίες μεταρρυθμίσεις και θαλερές υποσχέσεις για θεσμικές ανακατατάξεις κυοφορούνται  στις προεκλογικές μήτρες των κομματικών ιερατείων οδηγώντας όμως πάντοτε, λίγους μήνες μετά τη νομή της εξουσίας, σε πρακτικές και συμπεριφορές που απλώς ανακύκλωνουν τις ασυνέχειες και ασυνέπειες του συστήματος  και μεταθετουν για το μέλλον τις απαραίτητες θεσμικές αλλαγές.
Ζούμε όπως και τότε την λοιμική του πελατειακού και κομματικού κράτους, όπου ΄΄ένας όχλος χασομέρηδων, εξευτελισμένος από ανάξιους ή αδιάφορους άρχοντες, χαζεύει, χλευάζει, προπηλακίζει. Είναι ο κόσμος των Ορεστειακών και των Ευαγγελικών, είναι ο ξεπεσμός΄΄ ( Γ.Σεφέρης) .

Ζούμε όπως και τότε τον επαναστατικό βρηχυθμό του δικαίως εξεγερθέντος Λαού, να μεταβάλλεται από τα ψοφοδεή ανθρωπάρια της μισερής κομματοκρατίας και της θλιβερής δημοσιογραφίας, σε θρηνώδες ικετευτικό μιαούρισμα πειναλέας γαλής ( Ι.Μεταξάς) .
Ζούμε όπως και τότε την ακατάσχετη φλυαρία των πολιτών για τις παλινωδίες και τον καιροσκοπισμό της πολιτικής του ηγεσίας για να μετατραπεί λίγους μήνες μετά σε πειθήνιο σταβλισμό στα ίδια και απαρραλλαχτα κομματικά ποιμνιοστάσια.

Ζούμε όπως και τότε την εκκωφαντική πραγμάτωση του ΄΄ανθ΄ ημών Γουλιμής΄΄ σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου μας. Ολίγιστοι απαιτούν κομματικά, αυτοδιοικητικά και λοιπά οφίτσια  με μοναδικά προσόντα ένα πτύχιο πανεπιστημίου, μια μέτρια εξωτερική εμφάνιση και έναν καφενόβειο δημόσιο λόγο . Αγράμματοι, άγλωσοι και άκριτοι απαιτούν θέσεις και αξιώματα με μοναδικά προσόντα λίγα ένσημα κομματικής αφισοκόλλησης και χυδαίου κλακαδορισμού  . Εθισμένοι στις γονυκλισίες αρλεκίνοι επαιτούν την ανακύκλωσή τους σε νέα αιρετά αξιώματα αδυνατώντας να αποδεχτούν την εκκωφαντική αποτυχία τους στα πολιτικά δρώμενα.

Ζούμε όπως και τότε σε μια χώρα  όπου κάθε μορφή εξουσίας θεωρείται πηγή κέρδους ( Nassau Senior)  και της οποίας η οικονομία περιστρέφεται χρόνια τώρα νωχελικά γύρω από την τραγική διαπίστωση του κόμη Gobineau των τελών του 19ου αιώνα: ΄΄ δεν παρατηρείται πουθενά αλλού το φαινόμενο μιας ολόκληρης κοινωνίας που να λειτουργεί πάνω στη βάση του γεγονότος ότι μόνο το κράτος διαθέτει χρήματα, που πρέπει να του αποσπαστούν με την μορφή της παροχής υπηρεσιών΄΄
Ζούμε όπως και τότε στη χώρα στην οποία κόμμα εξακολουθεί να σημαίνει ότι πρίν από 2 αιώνες περίπου σημείωνε σκωπτικά ο Ροίδης για τα πολιτικά κόμματα της εποχής του: ΄΄ Κόμμα είναι ομάς ανθρώπων, ειδότων να αναγιγνώσκουσιν και να ανορθογραφώσιν αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενωμένοι υπο έναν οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι να αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργό, να παράσχει αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι΄΄

Τι ακριβώς δηλαδή από τα παραπάνω άλλαξε τα τελευταία χρόνια και χωρίς αιδώ μυρηκάζουμε τον ενοχλητικό βλωμό της μεταπολίτευσης του 74; Τι ακριβώς άλλαξε στα μέσα και στις στοχεύσεις της εγχώριας πολιτικής ώστε με θράσσος περισσό να διατυμπανίζουμε ως κοινωνία τη διαφορετικότητά μας από τις προηγούμενες; Τίποτα απολύτως δεν άλλαξε. Την μεταπολίτευση του 1821 διανύουμε ακόμα και όλοι αυτοί οι πολυπράγμονες και περισπούδαστοι ειδήμονες που χρόνια τώρα επενδύουν τη μεταπολιτευτική βακχεία του 1974 με ρετάλια δημοκρατικότητας ας αναλογιστούν επιτέλους το μέγεθος της πλάνης τους και ας σωπάσουν.

Το πολιτειακό κέλυφος δεν συγκινεί και δεν ενδιαφέρει πιά κανέναν. Αυτό που επιβάλλεται να αλλάξει είναι η αισθητική μας απέναντι στα ζητήματα της δημόσιας σφαίρας. Μόνο αν αλλάξει η αισθητική αυτή  θα μπορούμε ως κοινωνία να μιλάμε για μια νέα και ουσιαστική μεταπολιτευση.
Ο πολίτης πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οι εκλογές δεν αποτελούν απλά ένα συνταγματικό εργαλείο ανάδειξης μιας ΄΄μεγάλης μάζωξης λίγο πολύ αργόσχολων ανθρώπων΄΄  αλλά ένα βασικό μέσο επιβράβευσης της αξίας, της ευφυίας και της ικανότητας όσων επιχειρούν να τον εκπροσωπήσουν.

Ο δημόσιος λειτουργός πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ο ρόλος του είναι η εξυπηρέτηση του πολίτη και η διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος και ο πολίτης να καταλαβει ότι το ΄΄εγώ σε πληρώνω΄΄ αποτελεί το πιο σύντομο ανέκδοτο σε μια χώρα που χρηματοδοτεί τον δημόσιο τομέα  της με δανεικά  και αγύριστα και ότι το ΄΄όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι αργόμισθοι΄΄ δεν αποτελεί στην πραγματικότητα μομφή εναντίον ενός απρόσωπου γραφειοκρατικού συστήματος που του επιβλήθηκε από μια δράκα διεστραμμένων εξωγήινων αλλά κριτική εναντίον της παρασιτικής νοοτροπίας συγκεκριμένων προσώπων που πολύ συχνά τυγχάνουν συγγενείς και φίλοι του – άλλωστε σε μια χώρα ενός εκατομμυρίου δημοσίων υπαλλήλων δεν μπορείς να βρίζεις το δημόσιο δίχως ταυτόχρονα να μέμφεσαι κάποιον συγγενή ή φίλο σου που εξ ορισμού λαθροβιεί στον κρατικό Λεβιάθαν.

Ο τηλεθεατής πρέπει να πάψει να νομιμοποιεί με τις επιλογές του την παχυλά αμοιβόμενη τηλεοπτική σαχλαμάρα των γελωτοποιών της μιντιακής αυλής και των δήθεν σοβαρών-ασόβαρων ( κατά το γνωστών-αγνώστων) αναλυτών της δημοσιογραφικής καφρίλας και να αρχίσει να επιβραβεύει τη νηφάλια δημοσιογραφική προσέγγιση και τα τηλεοπτικά προιόντα μιας κάποιας αισθητικής.
Ο δημοσιογραφικός κόσμος πρέπει με τη σειρά του να συνειδητοποιήσει τον πραγματικό του ρόλο, αυτόν της υπεύθυνης ενημέρωσης και της αντικειμενικής διαχείρισης της εκρηκτικά παραγόμενης πληροφορίας  και να πάψει να λειτουργεί ωσάν δηλητηριώδης κίσσος αναρριχόμενος γύρω από τον κορμό της πολιτικής.

Ο επιχειρηματίας πρέπει να εγκαταλείψει τον εύκολο δρόμο των διαπλεκόμενων κρατικών προμηθειών, των αμαρτωλών δοσοληψιών με τα ψοφοειδή του πολιτικού μας κόσμου και κυρίως τις παρασιτικές δραστηριότητες του εμπορίου και των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και να επιστρέψει πάραυτα στην καινοτομία και τη δημιουργικότητα , επενδύοντας σε νέα προιόντα και νέες υπηρεσίες.

Ο καταναλωτής πρέπει να σταματήσει να προσβλέπει στην αγορά αυτών των προιόντων και υπηρεσιών ως μέσο επίτευξης της προσωπικής του ευτυχίας και να επαναφέρει την ζωή του σε ένα χαμηλότερο και πιο ορθολογικό επίπεδο κατανάλωσης, επιλέγοντας ταυτόχρονα δράσεις και δραστηριότητες που συμβάλλουν πραγματικά σε αυτό που ονομάζουμε ποιότητα ζωής. Ο ΄΄κάγκουρας΄΄ με το καγιέν, η ψωνάρα με τη Louis Vitton και ο θλιβερός ρακοσυλλέκτης της ανα τον κόσμο παραγόμενης σαβούρας ας αποκαθηλωθούν από την κορυφή της κοινωνικής μας πυραμίδας και ας αρχίσουν να αντιμετωπίζονται ως τέτοιοι που είναι. Δηλαδή ως κάγκουρες, ως ψωνάρες και ως ρακοσυλλέκτες!!

Πρέπει που δομούν πραγματικά μια διαφορετική αισθητική απέναντι στα δημόσια πράγματα. Πρέπει που ,αν και ο υποφαινόμενος απέχει παρασάγγας από το να τα κάνει πράξη, καθίστανται πλέον αναγκαία ζητούμενα μιας εθισμένης στην καφρίλα δημόσιας συμπεριφοράς. Πρέπει που αν υλοποιηθούν θα επιτρέψουν και στον εγχώριο γερο- Εγκούτσι του Καβαμπάτα να αρνηθεί τους κανόνες της αισθητικής που κυβερνούν σήμερα το σπίτι των κοιμισμένων πολιτών και να βάλει επιτέλους το δάχτυλο του- όχι φυσικά στο κρατικό μέλι-  αλλά εις τους τύπους των εγχώριων ήλων  που χάσκουν ανέγγιχτοι  χρόνια τώρα  αναμένοντας έναν καινούριο πολιτικό ανατροπέα!!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου