Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

Η ελληνική αγορά αντέχει μόνο λίγες υγιείς εφημερίδες



Μια παλιά συνέντευξη που μας δείχνει το μέλλον των εφημερίδων


Του Βασίλη Nέδου

Το μέλλον του Τύπου έχει απασχολήσει ουκ ολίγες φορές την τελευταία δεκαετία πολλούς, κυρίως τους άμεσα ενδιαφερόμενους, εκδότες και δημοσιογράφους. «Χρυσή» συνταγή για τη διάσωσή του δεν φαίνεται να υπάρχει, ωστόσο καλό είναι να ε
πισημαίνονται τουλάχιστον όσα έχουν διαπιστωθεί έως σήμερα. Εύκολες απαντήσεις -δυστυχώς- δεν υπάρχουν. Στη σκέψη των περισσοτέρων κυριαρχούν τα εξής ερωτήματα:
1. Οι εφημερίδες είναι οικονομικά βιώσιμες;

– Οχι, με τη σημερινή μορφή τους. Οπως προκύπτει από την ανάλυση των ισολογισμών των εισηγμένων στο χρηματιστήριο, δύο στις τρεις εταιρείες του κλάδου είχαν ζημίες το 2008. Η μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για έντυπα είναι μόλις 10,24 ευρώ πανελληνίως (κλαδική μελέτη της εταιρείας ICAP). Η μέχρι πρότινος αυξανόμενη τιμή του χαρτιού συμπιέζει ακόμη περισσότερο τα ούτως ή άλλως περιορισμένα οικονομικά τους. Σύμφωνα με τον σύμβουλο της Διεθνούς Ενωσης Εφημερίδων (WAN) κ. Κωνσταντίνο Καμάρα, «με δεδομένες τις σημερινές δομές κόστους η ελληνική αγορά θα ήταν υγιής οικονομικά με δύο ημερήσιες εφημερίδες, δύο ή τρεις κυριακάτικες, δύο οικονομικές, μια δωρεάν ημερήσια και μια εβδομαδιαία και μία έως δύο αθλητικές». Θα έπρεπε δηλαδή να υπάρχουν 10 - 11 εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας, τη στιγμή που σήμερα μόνο αυτές που λαμβάνουν διαφήμιση από τον κρατικό κορβανά είναι 67.

2.Από πού αντλούν τα έσοδά τους;

– Η διαφήμιση είναι το «αίμα» των εφημερίδων. Δίχως αυτή δεν μπορούν να υπάρξουν. Το αντίτιμο αγοράς ενός εντύπου δεν αρκεί. Η συνολική διαφημιστική δαπάνη τα τελευταία χρόνια έχει εκτοξευθεί. Σύμφωνα με την κλαδική μελέτη της ICAP, το 2002 έφθανε τα 72,75 εκατομμύρια ευρώ και το 2007 άγγιξε τα 123,87 εκατομμύρια. Είναι βέβαιο ότι οι φετινοί αριθμοί θα είναι χαμηλότεροι λόγω της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Τμήμα των εσόδων τους προέρχεται από την κρατική διαφήμιση.

3.Διανέμεται ορθολογικά η κρατική διαφήμιση;

– Οχι. Μάλιστα, η διανομή της κρατικής διαφήμισης είναι το απόστημα που μολύνει τις σχέσεις Τύπου και Εξουσίας. Τα 83 εκατομμύρια ευρώ συνολικής κρατικής δαπάνης διανέμονται σε 67 εφημερίδες. Οι 10 πρώτες (συγκεντρώνουν δηλαδή τα 2/3 της εβδομαδιαίας κυκλοφορίας) λαμβάνουν από αυτά 26,7 εκατομμύρια ευρώ, λιγότερο από το 1/3. Εφημερίδες με εβδομαδιαία κυκλοφορία μεγαλύτερη των 100.000 φύλλων λαμβάνουν την ίδια διαφήμιση με εφημερίδες των 2.000 - 3.000 φύλλων. Σε αυτό το ακατανόητο (σε όρους αγοράς) αλισβερίσι κατέχει βέβαια κεντρική θέση ο εκβιασμός ή η συναλλαγή. Τελικά, η κρατική διαφήμιση κρατάει τίτλους στο περίπτερο προσφέροντας προσωπικό πλουτισμό σε εκδότες οι οποίοι συχνά δεν απασχολούν καν δημοσιογράφους, ενώ λειτουργούν ως «ασπιρίνες» για τις λιγοστές ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.

4.Οι προσφορές (DVD, CD, βιβλία κ.λπ.) βελτιώνουν καθόλου την κυκλοφορία;

– Μόνο προσωρινά. Προσελκύουν για λίγο αγοραστές ενός «πακέτου» στο οποίο περιλαμβάνεται και μια εφημερίδα που συχνά αντιμετωπίζεται ακόμη και ως περιτύλιγμα. Ουσιαστικά ανεβάζουν με τεχνητό τρόπο την κυκλοφορία προκειμένου να προσελκύσουν μεγαλύτερο μερίδιο διαφήμισης. Και οικονομικά η κίνηση αυτή είναι ατελέσφορη. Τα δικαιώματα για μια εμπορική ταινία μπορεί να κοστίζουν ακόμη και 200.000 ευρώ.

5.Η κρίση είναι ελληνικό φαινόμενο και ο «Ελεύθερος Τύπος» το πρώτο θύμα της;

– Οχι. Οπως εξηγεί στην «Κ» ο σύμβουλος της WAN κ. Καμάρας, τα πρώτα θύματα «βρίσκονται στον “μεσαίο χώρο” του κλάδου, δηλαδή εφημερίδες που δεν έχουν ούτε την ευρωστία των “γιγάντων” του χώρου ούτε την ευελιξία των στοχευμένων παικτών. Παράδειγμα, οι μητροπολιτικές Philadelphia Inquirer, Rocky Mountain News και Seattle Post Intelligencer στις ΗΠΑ. Κάνοντας μια πρόχειρη αναγωγή στην ελληνική πραγματικότητα -και με δεδομένο ότι, επιπρόσθετα, έχουμε υπερπληθώρα τίτλων να κυνηγάει (συγκριτικά) λιγότερους αναγνώστες- η είδηση ίσως δεν συνίσταται στο κλείσιμο του “Ελεύθερου Τύπου” αλλά το ότι η εφημερίδα δεν έκλεισε αρκετά νωρίτερα». Ο κ. Καμάρας συμπληρώνει ότι για να κατανοηθεί το φαινόμενο πρέπει να ληφθεί «υπόψη η διεθνής πραγματικότητα στον κλάδο - δηλαδή αφενός η καταβαράθρωση της διαφημιστικής απορρόφησης και αφετέρου η μείωση των αναγνωστών. που έφθασε σε κομβικό σημείο».

6.Οι εφημερίδες μπορούν να μείνουν ίδιες;

– Οχι. Εάν θέλουν να επιβιώσουν. Ο κλάδος αναγκαστικά θα συρρικνωθεί και στον στίβο θα παραμείνουν μόνο εκείνοι οι «παίκτες» που έχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλευθούν τις νέες τεχνολογίες, συμπιέζοντας προς τα κάτω το κόστος χωρίς παράλληλα να πλήξουν την αξιοπιστία τους.

πηγή-kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου