Της Χρύσας Δαγουλά από το word.youropia.gr
Σαν παρατηρητής, κοιτώ τον κόσμο γύρω μου και βλέπω αυτόν το μαζικό φόβο.
Είναι η κρίση; Είναι τα φυσικά επακόλουθά της – η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια; Ή μήπως είναι απλά το αποτέλεσμα μιας νοοτροπίας που αφήσαμε να εξελιχθεί τόσο, που έφτασε να μας ισοπεδώσει;
Ένας στίχος τριγυρνά τις τελευταίες μέρες στο μυαλό μου «Έχω νυχτωθεί σε άδειες λύπες και σχεδόν φοβάμαι τη χαρά»*. Κατά νου μου έρχεται μοναχά μια εικόνα. Αυτή μιας παρέας που γελάει με τη ψυχή της και ξάφνου απότομα σταματά και μισό-αστεία μισό-σοβαρά υποπίπτει στα γνωστά κλισέ «σε καλό μας» και «σε καλό να μας βγει» κλπ.
Και γιατί να μη μας βγει δηλαδή; Από πότε αρχίσαμε να «φοβόμαστε» τη χαρά; Από πότε την εξοβελίσαμε από τη ζωή μας; Από πότε την αντικαταστήσαμε με το άγχος, το στρες, τον πανικό, τα μετέωρα συναισθήματα της μη βεβαιότητας; Γίνεται κάτι πραγματικά χαρμόσυνο (σπάνια, αλλά γίνεται!) και το μυαλό φοβάται να χαρεί. Αφήνει την καρδιά να χτυπήσει λίγο πιο γρήγορα, παρασύρεται στιγμιαία στο ρυθμό της, κι ύστερα… κι ύστερα επιστρέφει στη συνήθη κατάσταση. Εκγρήγορση. Αναμονή. Σκεπτικισμός. Εμπλουτισμένα με τις απαραίτητες δόσεις στρες.
Θα μου πεις (και πολύ καλά θα κάνεις!) «μα δε ζεις σε αυτόν τον κόσμο;», «δε βλέπεις τι γίνεται». Ζω και φυσικά βλέπω. Άλλωστε η παρατήρηση των γύρω μου και των τεκταινόμενων στο ευρύτερο περιβάλλον ήταν πάντα ένα από τα αγαπημένα μου χόμπι. Και επειδή βλέπω, καταλήγω να αναρωτιέμαι τελικά γιατί έχουμε γίνει έτσι; Πως επιτρέψαμε στην κατάσταση να φτάσει ως εδώ; Γιατί δώσαμε τόσο χώρο μέσα στην καθημερινότητα μας στη μιζέρια, τη μαυρίλα, τη ρουτίνα, τη θλίψη, το άγχος; Καταρχήν δε δέχομαι ότι δεν υπάρχουν καλά νέα. Φυσικά και υπάρχουν και είναι εκεί έξω, εδώ μέσα, γύρω μας.
Άλλο αν εμείς αποφασίσαμε να τα αγνοούμε, αν τα προσπερνάμε, αν επικεντρωνόμαστε με μια ακατάπαυστη εμμονή στα «στραβά κι ανάποδα» του κόσμου τούτου. Ακούμε τα θετικά με μια ψυχραιμία που τη λες κι αδιαφορία, σα να περιμένουμε το «αλλά». Δεν υπάρχει πάντα αλλά.
Αναζητώ τους λόγους που το μυαλό μας μοιάζει να είναι διαρκώς εν μέσω μάχης με τις σκέψεις και τις πληροφορίες να εναλλάσσονται με ταχύτητες τρελές. Σαν σφαίρες – σχεδόν ακούω το «σβιιιιιιν». Κι απογοητεύομαι από την έλλειψη απαντήσεων.
Ποιος φταίει; Η άτιμη κοινωνία; Ο καταναλωτισμός; Η εμπορευματοποίηση υλικών και άυλων; Από κλισέ άλλο τίποτα. Πειράζει που δεν πείθομαι; Αδυνατώ να πιστέψω ότι πριν αυτών ο κόσμος ήταν τέλειος και μετά «χάλασε». Αυτή η ωραιοποίηση του παρελθόντος και η υπερβολική εξιδανίκευσή του, μοιάζει σαν αστείο. Ναι, βιώνουμε την κρίση, η Ελλάδα υποφέρει. Και ήταν καλύτερα δηλαδή πριν;
Πότε πριν; Στον εμφύλιο; Στον μεταπολεμικό αγώνα για πολιτική σταθερότητα; Στη δικτατορία; Στη μεταπολίτευση; Στην Ελλάδα του ’90 που «λαός και Κολωνάκι» παρασυρμένοι από ψεύτικες υποσχέσεις, φρούδες ελπίδες, πλαστικό χρήμα «βουτήξαμε» σε μια επίπλαστη πραγματικότητα; Που αναγάγαμε το life style το νούμερο ένα αγαθό; Δε μου μοιάζει καλύτερο το παρελθόν. Εντάξει, άλλα μέτρα και άλλα σταθμά. Αλλά δε μου μοιάζει η κρίση να ‘ναι η αιτία. Ίσως η νοοτροπία μας. Αλλά και πάλι δεν ξέρω. Εγώ ένας απλός παρατηρητής είμαι που προσπαθεί να καταλάβει τα ακατανόητα.
Σαν παρατηρητής, κοιτώ τον κόσμο γύρω μου και βλέπω αυτόν το μαζικό φόβο.
Είναι η κρίση; Είναι τα φυσικά επακόλουθά της – η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια; Ή μήπως είναι απλά το αποτέλεσμα μιας νοοτροπίας που αφήσαμε να εξελιχθεί τόσο, που έφτασε να μας ισοπεδώσει;
Ένας στίχος τριγυρνά τις τελευταίες μέρες στο μυαλό μου «Έχω νυχτωθεί σε άδειες λύπες και σχεδόν φοβάμαι τη χαρά»*. Κατά νου μου έρχεται μοναχά μια εικόνα. Αυτή μιας παρέας που γελάει με τη ψυχή της και ξάφνου απότομα σταματά και μισό-αστεία μισό-σοβαρά υποπίπτει στα γνωστά κλισέ «σε καλό μας» και «σε καλό να μας βγει» κλπ.
Και γιατί να μη μας βγει δηλαδή; Από πότε αρχίσαμε να «φοβόμαστε» τη χαρά; Από πότε την εξοβελίσαμε από τη ζωή μας; Από πότε την αντικαταστήσαμε με το άγχος, το στρες, τον πανικό, τα μετέωρα συναισθήματα της μη βεβαιότητας; Γίνεται κάτι πραγματικά χαρμόσυνο (σπάνια, αλλά γίνεται!) και το μυαλό φοβάται να χαρεί. Αφήνει την καρδιά να χτυπήσει λίγο πιο γρήγορα, παρασύρεται στιγμιαία στο ρυθμό της, κι ύστερα… κι ύστερα επιστρέφει στη συνήθη κατάσταση. Εκγρήγορση. Αναμονή. Σκεπτικισμός. Εμπλουτισμένα με τις απαραίτητες δόσεις στρες.
Θα μου πεις (και πολύ καλά θα κάνεις!) «μα δε ζεις σε αυτόν τον κόσμο;», «δε βλέπεις τι γίνεται». Ζω και φυσικά βλέπω. Άλλωστε η παρατήρηση των γύρω μου και των τεκταινόμενων στο ευρύτερο περιβάλλον ήταν πάντα ένα από τα αγαπημένα μου χόμπι. Και επειδή βλέπω, καταλήγω να αναρωτιέμαι τελικά γιατί έχουμε γίνει έτσι; Πως επιτρέψαμε στην κατάσταση να φτάσει ως εδώ; Γιατί δώσαμε τόσο χώρο μέσα στην καθημερινότητα μας στη μιζέρια, τη μαυρίλα, τη ρουτίνα, τη θλίψη, το άγχος; Καταρχήν δε δέχομαι ότι δεν υπάρχουν καλά νέα. Φυσικά και υπάρχουν και είναι εκεί έξω, εδώ μέσα, γύρω μας.
Άλλο αν εμείς αποφασίσαμε να τα αγνοούμε, αν τα προσπερνάμε, αν επικεντρωνόμαστε με μια ακατάπαυστη εμμονή στα «στραβά κι ανάποδα» του κόσμου τούτου. Ακούμε τα θετικά με μια ψυχραιμία που τη λες κι αδιαφορία, σα να περιμένουμε το «αλλά». Δεν υπάρχει πάντα αλλά.
Αναζητώ τους λόγους που το μυαλό μας μοιάζει να είναι διαρκώς εν μέσω μάχης με τις σκέψεις και τις πληροφορίες να εναλλάσσονται με ταχύτητες τρελές. Σαν σφαίρες – σχεδόν ακούω το «σβιιιιιιν». Κι απογοητεύομαι από την έλλειψη απαντήσεων.
Ποιος φταίει; Η άτιμη κοινωνία; Ο καταναλωτισμός; Η εμπορευματοποίηση υλικών και άυλων; Από κλισέ άλλο τίποτα. Πειράζει που δεν πείθομαι; Αδυνατώ να πιστέψω ότι πριν αυτών ο κόσμος ήταν τέλειος και μετά «χάλασε». Αυτή η ωραιοποίηση του παρελθόντος και η υπερβολική εξιδανίκευσή του, μοιάζει σαν αστείο. Ναι, βιώνουμε την κρίση, η Ελλάδα υποφέρει. Και ήταν καλύτερα δηλαδή πριν;
Πότε πριν; Στον εμφύλιο; Στον μεταπολεμικό αγώνα για πολιτική σταθερότητα; Στη δικτατορία; Στη μεταπολίτευση; Στην Ελλάδα του ’90 που «λαός και Κολωνάκι» παρασυρμένοι από ψεύτικες υποσχέσεις, φρούδες ελπίδες, πλαστικό χρήμα «βουτήξαμε» σε μια επίπλαστη πραγματικότητα; Που αναγάγαμε το life style το νούμερο ένα αγαθό; Δε μου μοιάζει καλύτερο το παρελθόν. Εντάξει, άλλα μέτρα και άλλα σταθμά. Αλλά δε μου μοιάζει η κρίση να ‘ναι η αιτία. Ίσως η νοοτροπία μας. Αλλά και πάλι δεν ξέρω. Εγώ ένας απλός παρατηρητής είμαι που προσπαθεί να καταλάβει τα ακατανόητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου